Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η Υπογονιμότητα ορίζεται ως μια διαταραχή του αναπαραγωγικού συστήματος που εκδηλώνεται ως αδυναμία επίτευξης εγκυμοσύνης μετά από 12 μήνες τακτικών ελεύθερων σεξουαλικών επαφών. Όταν μιλάμε για υπογονιμότητα εννοούμε πάντα υπογονιμότητα ζεύγους, καθώς είναι ο συνδυασμός της γονιμότητας του άντρα και της γυναίκας που θα οδηγήσει ή όχι σε κύηση. Επομένως, η υπογονιμοτητα ζεύγους μπορεί να οφείλεται είτε σε γυναίκειο παράγοντα, είτε σε ανδρικό παράγοντα ή σε συνδυασμό και των δυο. Ένα μεγάλο ποσοστό των αιτίων υπογονιμότητας οφείλεται σε ορμονικές διαταραχές, όπως το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, ο υποθυρεοειδισμός, ο
υπερθυρεοειδισμός, η υπερπρολαkτιναιμία, ο ανδρικός υπογοναδισμός, οι διαταραχές σπερματογένεσης, η ωοθηκική ανεπάρκεια και αλλα. Ο ιατρός
που είναι στην πλέον κατάλληλη θέση να προσεγγίσει την υπογονιμότητα ζεύγους, είναι σαφώς ο ενδοκρινολόγος , αφού είναι από θέσης καταρτισμένος να εκτιμήσει ολοκληρωμένα και τον ανδρικό και τον γυναίκειο παράγοντα. Προτού λοιπόν τα ζευγάρια οδηγηθούν σε εξωσωματική γονιμοποίηση, πρέπει οπωσδήποτε να έχουν κάνει μια σωστή ολοκληρωμένη ενδοκρινολογική διερεύνηση.